Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Μπλέ βαθύ σχεδόν μαύρο του Θανάση Βαλτινού

Το βιβλίο του Θανάση Βαλτινού '' Μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο'',
άρεσε στα περισσότερα μέλη της Ομάδας μας. Ο μονόλογος της μοναδικής  μεσήλικης ηρωίδας του, που μιλάει από μνήμης [ εδώ  έχουμε τυραννία της μνήμης ]
είναι γνωστό ότι αποτελεί ενα προνομιούχο τόπο για τον συγγραφέα. Μέσα σ'αυτόν τον μονόλογο υπάρχουν πολλές αφορμές για αναλύσεις
ψυχολογικής προσέγγισης.Έχει πολλά θεματικά εναύσματα που από μόνα τους μπορεί να αποτελέσουν τίτλους άλλων βιβλίων.
 Το επόμενο βιβλίο που καλούμεθα να διαβάσουμε είναι, ''Η πείνα '' του Κνουτ Χάμσουν. Η συνάντηση της Ομάδας μας ορίζεται
για την πρώτη Τρίτη του Φλεβάρη 3 του μήνα στις 5 μμ.


Η Ευγενία Μακαριάδη έγραψε:
Πρωτοπρόσωπη αφήγηση, λόγος πυκνός (χειμαρρώδης), απλός, διανθισμένος με χιούμορ, γλώσσα καθομιλουμένη.
Ένα βιβλίο που αντέχει (και θα αντέχει) στο χρόνο. Το μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο, όπως ο ύπνος, όπως ο θάνατος. Ένας μονόλογος μια γυναίκας, που συνομιλεί με τη μοναξιά της, που θυμάται-ξεχνά αυτούς που πέρασαν στη ζωή της, άλλοι σα σκιές, άλλοι από το αίμα της, άλλοι μες στο σπίτι της, τώρα ούτε η σκόνη τους. 
Φαντάζεσαι μια σκηνή θεάτρου, μια καρέκλα, ένα κρεβάτι, μια ηλικιωμένη γυναίκα με τη νυχτικιά της, με το πορτατίφ στο κομοδίνο, τα χάπια της, τα ηρεμιστικά της  να πηγαίνει για έναν ύπνο στο κρεβάτι ή να κατέρχεται στο βαθύ σκοτάδι, παραμερίζοντας τη μνήμη.  (σελ.91) Αλλά η μνήμη δεν παραμερίζεται. Η μνήμη είναι.
Η μνήμη τής ανήκει  με ‘κεινη συνομιλεί  εκείνη φέρνει εικόνες, αλήθειες, υποκρισίες, ψέματα.. εκείνη φέρνει τον εαυτό της απέναντι της από τότε που άρχισε η μνήμη όχι μόνο να εικονοποιεί, αλλά να αντιλαμβάνεται ως παιδί.. ως έφηβη, ως ενήλικη, και το «τότε» γίνεται «τώρα». Τώρα. Το στερημένο χάδι-στοργή της μάνας, η ζεστή αγκαλιά της γιαγιάς, το πρώτο φιλί, ο πρώτος έρωτας, η φιλία, γάμοι που δε στέριωσαν, σύζυγος σε διαρκή ερωτική αναζήτηση εκτός συζυγικής κλίνης, τα παράξενα της ζωής που συσσωρεύονται και σε κουράζουν, οι κοινωνικά παραδεκτές δεσμεύσεις, απαράδεκτες της αλήθειας του εαυτού σου.. Η οργή μνήμης. Το ξεγύμνωμα χαρούμενων ή θλιβερών γεγονότων.  Οι φρούδες ελπίδες για το αύριο. Ένα βάρος η ζωή όσο την ανεβαίνεις... και κατεσπευσμένα κατέρχεσαι να την ελαφρύνεις, βυθισμένος στα σκότη του ύπνου..
*σελ. 16: Δεν ξέρω. Θα ήταν καλά να έχεις έναν άντρα ο ποίος λείπει κάπου και τον περιμένεις, λες θα γυρίσει. Το ζήτημα είναι αν μπορείς να δεχτείς την αλήθεια. Είμαι πολύ στενοχωρημένη, έλεγε η Νικόλ, δεν μπορώ να καταλάβω, έρχεται ο Μιχάλης. Έρχεται αύριο και είμαι στενοχωρημένη. Οπότε της λεω, είναι γιατί ένα χρόνο ήσουνα ελεύθερη να βγαίνεις ενώ τώρα θα μπει ο Μιχάλης στη μέση και θα πηγαίνετε πάλι δυο-δυο, σαν τους Χιώτες.
Μίλαγε για μένα. Είναι φοβερό να γίνεσαι ράκος, όπως δηλαδή με έχει δει αυτή να γίνομαι τόσο συχνά. Πρέπει να πιάσεις φίλο, μου λεει. Να το ρίξεις έξω. Όλα αυτά ξεκαρδισμένη στα γέλια. Να ρίξω τι; Έξω και πού; Σα να σου λένε ρίξε έξω το στήθος σου. Είναι γελοίο. Μου λεει, οι εννιά στις δέκα γυναίκες έχουν φίλο – και στην ηλικία μας. Οπότε λεω, και τι νόημα έχει αυτό..
*σελ.26-27. Θα ήθελα να είμαι διαφορετική, ένας άνθρωπος με πολλή κατανόηση. Και φυσικά την έχω την κατανόηση, αλλά άμα με πληγώνει εμένα δεν μπορώ. Δεν γεννήθηκα μεγαλομάρτυρας. Το λάθος των ανθρώπων είναι που δεν κρατάνε πτυχές. Πτυχές μέσα τους για του ίδιους. Με τη συμβίωση αφήνεσαι και σε μαθαίνει ο άλλος τελείως. Και είναι ολέθριο αυτό, χάνεσαι. Αυτό που σε τραβάει σε κάποιον είναι το άγνωστο.
*σελ.58. Ίσως θα έπρεπε κανείς να δεχτεί τον εαυτόν του, να φιλιώσει μαζί του. Ίσως. Αλλά πώς να φιλιώσεις με όλα αυτά που σε κάνουν κομμάτια. Δεν θέλω να γενικεύω γιατί μπορεί να νιώθω εγώ μόνον έτσι, επειδή η ζωή μου είναι κάπως στραβή. Αν ήμουν ευχαριστημένη, ίσως. Και ξέρω πόσο εύκολο θα ήταν να είμαι ευχαριστημένη. Όταν όμως συλλογιέσαι ότι όλα αυτά που θέλησες δεν μπορούν να γίνουν, τότε, τότε. Πάντα λες είμαι νέος, έχω καιρό. Αύριο μεθαύριο, αύριο μεθαύριο, υπάρχει όλος ο χρόνος. Και τελικά κάπου φτάνεις και διαπιστώνεις ότι δεν υπάρχει πια χρόνος.
*σελ. 84. Ήταν τόσο ζωντανή και ήθελε τόσα πράγματα και μου διηγιόταν συχνά τις ερωτικές ιστορίες της. Μου έλεγε, αυτός ο γιατρός Μαράκι είναι τσιμπημένος μαζί μου. Μου ρίχτηκε. Και ήταν πόσο χρόνων η Αίγλη, εβδομήντα σχεδόν. Και έτρεχε, ξέρεις, με όλη αυτήν την ανησυχία, δεν μπορούσε να τη δαμάσει. Δεν μπορούσε. Είχε τόση δίψα για τη ζωή και ποτέ δεν κατάφερε να ξεδιψάσει.
*σελ.88. Γιατί τελικά η γλώσσα τι είναι; Μια σκλαβιά είναι και δεν σε λυτρώνει, ό,τι και να λένε, και τυραννιέσαι απλώς. Σαν τη θάλασσα που την έχουν κάνει σύμβολο. Χτυπιέται που είναι κλεισμένη στις κοίτες της, και δεν μπορεί να τις ξεπεράσει, γιατί αν τις ξεπεράσει θα πλημμυρίσει τον κόσμο και θα χαθεί.


 ''Μπλέ βαθύ σχεδόν μαύρο'' , του Θανάση Βαλτινού, εκδόσεων ΑΓΡΑ. Η συνάντησή μας θα γίνει στις 13 Ιανουαρίου , ημέρα Τρίτη , στις 5μ.μ. στην βιβλιοθήκη Διονύσου.
Χαρουμενα Χριστούγεννα και Ευτυχισμένος ο Καινούργιος Χρόνος 2015 !